Εκδηλώσεις
Πνευματικό Κέντρο
Δωρεές - Χορηγίες
Σπουδές - Υποτροφίες
Θρησκευτική Ζωή
Δωρεές
Ιστορία
Εκδόσεις
Η ευθύνη της εκκλησίας απέναντι στη διαφορετικότητα
04/11/2015

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ & ΑΛΜΥΡΟΥ

Ἡ εὐθύνη τῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι στή διαφορετικότητα

ΒΟΛΟΣ 2015

© Ἱερά Μητρόπολις Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ

Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ

 

Ὁμιλία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ κ. Ἰγνατίου γιά τήν Ἐθνική Ἡμέρα Μνήμης τῶν Ἑλλήνων Ἑβραίων Μαρτύρων καί Ἡρώων του Ὁλοκαυτώματος.

Λάρισα 27/01/2015

 

Θά ἤθελα, καταρχάς, νά ἐκφράσω τή βαθιά μου εὐγνωμοσύνη πρός τήν Ἰσραηλιτική Κοινότητα Λάρισας, γιά τήν πρόσκληση πού μοῦ ἀπηύθυνε νά εἶμαι ὁ κύριος ὁμιλητής στή φετινή ἐκδήλωση Μνήμης γιά τά θύματα, τούς Ἕλληνες Ἑβραίους μάρτυρες καί ἥρωες, τοῦ Ὁλοκαυτώματος. Ἄν καί ἔχουν παρέλθει περίπου 70 χρόνια ἀπό τά τραγικά γεγονότα τῆς γενοκτονίας τῶν Ἑβραίων ἀπό τό ναζιστικό καθεστώς τοῦ Γ´ Ράιχ, οἱ μνῆμες ἐξακολουθοῦν νά εἶναι, καί πρέπει νά εἶναι, ἰδιαίτερα ἔντονες καί νωπές. Πρός τήν κατεύθυνση αὐτή δέν συντείνει μονάχα ἡ βαθιά ἀνθρωπιστική ἀλληλεγγύη πρός τόν ἑβραϊκό λαό καί τά ἑκατομμύρια θύματά του, ἀλλά καί τά ὁλοένα καί περισσότερο διογκούμενα φαινόμενα ἀντισημιτισμοῦ πού ἐπανακάμπτουν τά τελευταῖα χρόνια σέ ὁλάκερη τήν εὐρωπαϊκή ἤπειρο, ἀλλά δυστυχῶς καί στή χώρα μας, ἡ ὁποία ἐπλήγη ὅσο λίγες χῶρες ἀπό τά ἀποτελέσματα τῆς ναζιστικῆς θηριωδίας.

Στή σημερινή ὁμιλία μου θά ἤθελα νά καταθέσω ὁρισμένες σκέψεις, κυρίως ἀπό τή σκοπιά ἑνός Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, σημειώνοντας ἀπό τή μία ὁρισμένες βασικές θεολογικές παραμέτρους θεώρησης τοῦ ὅλου ζητήματος καί μεταφέροντας, ἀπό τήν ἄλλη, τήν ἱστορική ἐμπειρία τῆς ταπεινῆς Ἐπισκοπῆς τῆς Δημητριάδος, τήν ὁποία ἔχω τήν εὐλογία νά διακονῶ ἀρκετά χρόνια τώρα καί πού, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, ἔμελλε νά διαδραματίσει σημαντικό ρόλο, καθ' ὅλη τή διάρκεια τῆς κατοχῆς, στήν προστασία τῶν Ἑβραίων συμπατριωτῶν μας.

Πρίν προχωρήσουμε, ὡστόσο, εἶναι χρήσιμο νά σημειώσουμε τά ἑξῆς: Ὅλοι, ὅσοι εἴμαστε παρόντες σ' αὐτή τήν ὄμορφη ἐκδήλωση μνήμης σήμερα στήν πόλη τῆς Λάρισας, δεχόμαστε ὅτι τό Ὁλοκαύτωμα εἶναι χωρίς ἀμφιβολία τό γεγονός πού τέμνει στά δύο τήν ἱστορία τοῦ ταραγμένου εἰκοστοῦ αἰώνα καί ἐπισφραγίζει, μέ τήν ἀβυσσαλέα βία καί θηριωδία του, τή μακραίωνη ἱστορία διωγμοῦ τῶν Ἑβραίων τῆς Εὐρώπης. Μέ τόν χιτλερικό ναζισμό, τό ἀπάνθρωπο πνεῦμα τοῦ ἀντισημιτισμοῦ φτάνει στό ἀπόγειό του, καταμεσῆς τῆς διαφωτισμένης καί πολιτισμένης Εὐρώπης. Ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται καί τό μεγάλο μάθημα πού πρέπει νά συγκρατήσουμε ἀπό τήν τραγωδία τοῦ Ὁλοκαυτώματος: ἡ θηριωδία δέν χρειάζεται ἀπολίτιστα, πρωτόγονα καί διεστραμμένα τέρατα προκειμένου νά διαπραχθεῖ. Ἀρκοῦν γι' αὐτό οἱ «κανονικοί» ἄνθρωποι, οἱ πολιτισμένοι καί μορφωμένοι, οἱ στοργικοί πατέρες, καλοί σύζυγοι καί εὐσυνείδητοι ἐπαγγελματίες, ὅπως ἀκριβῶς ἦταν οἱ Γερμανοί ναζί, πού ἀνῆκαν μάλιστα στήν πιό πολιτισμένη χώρα τῆς Εὐρώπης, τή χώρα τῆς μουσικῆς καί τῆς φιλοσοφίας, τῶν κλασικῶν καί βιβλικῶν σπουδῶν, τῆς τέχνης καί τῆς λογοτεχνίας. Μία ἀνάλογη πραγματικότητα βιώνουμε σήμερα μέ τήν ραγδαία ἐξάπλωση παρόμοιων ρατσιστικῶν ἀντιλήψεων, οἱ ὁποῖες βρίσκουν πεδίο καρποφορίας σέ διάφορες περιοχές, ἐσχάτως καί στή χώρα μας, γεγονός πού μέχρι πρότινος φαινόταν ἀδιανόητο.

Ξεκινώντας, λοιπόν, θά ἤθελα νά ἀναφερθῶ μέ συντομία στίς ἀκόλουθες θεμελιώδεις παραμέτρους πού ἐκφράζουν τήν ἴδια τήν πίστη καί τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἡ θεολογία γιά τήν Ἐκκλησία δέν ἀποτελεῖ μία ἁπλή διανοητική λειτουργία καί ἐνασχόληση, ἀλλά πρωτίστως μία λειτουργική δοξολογία καί ἔκφραση τῆς ἐμπειρίας τῆς θεανθρώπινης κοινωνίας, ὅπως αὐτή βιώνεται τόσο στήν προσωπική ὅσο καί στήν κοινοτική ζωή τῶν πιστῶν. Ἔχοντας ὡς ἀφετηρία αὐτή τή διευκρίνιση, ὀφείλει κανείς νά ἔχει κατά νοῦ τά ἑξῆς:

A. Ἀφετηρία τῆς χριστιανικῆς θεολογίας καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν αὐτο-ἀποκάλυψη τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Ἡ αὐτο-αποκάλυψη αὐτή λαμβάνει χώρα στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας στό πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Πρόκειται γιά μία φανέρωση τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, χωρίς διακρίσεις καί περιορισμούς, πού ἀποσκοπεῖ στή δημιουργία μίας ἐλεύθερης καί ἀγαπητικής σχέσης διαλόγου καί ἀλληλοπεριχώρησης. Ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ μία κατεξοχήν δημόσια πράξη, πού φανερώνει τήν ἔγνοια τοῦ ἑνός Θεοῦ γιά τή φροντίδα καί τή σωτηρία τῆς Δημιουργίας Του. Πρός τήν κατεύθυνση αὐτή θά συνάψει τή διαθήκη Του μέ τόν ἀρχαῖο Ἰσραήλ καί στή συνέχεια θά ἀνανεώσει τή διαθήκη αὐτή στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μέ ὁλάκερη τήν ἀνθρωπότητα, γεγονός πού ἀναδεικνύει τήν καθολικότητα τοῦ χριστιανικοῦ σωτηριώδους μηνύματος. Ἀπό τή μία μεριά οἱ κοινές ἀβρααμικές καταγωγές τῶν Ἰουδαίων καί τῶν Χριστιανῶν, γεγονός πού ἀναδεικνύει τίς «συγγενικές», ἀδελφικές, τελικά, ρίζες τους, καί ἀπό τήν ἄλλη ὁ καθολικός χαρακτήρας τῆς σωτηριολογικῆς δράσης τοῦ Θεοῦ στήν ἱστορία, καθιστοῦν κάθε στάση ἀνοχῆς ἤ πολύ περισσότερο συμπόρευσης μέ ἀπάνθρωπα φαινόμενα, ὅπως ἡ ἰδεολογία τοῦ ἀντισημιτισμοῦ, ἐντελῶς ἀπορριπτέα. Ὁ Θεός «πάντας θέλει σωθῆναι» καί αὐτό ἀφορᾶ σέ ὁλάκερη τήν ἀνθρωπότητα. Στό σχέδιο αὐτό τῆς θείας οἰκονομίας γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ Παλαιά Διαθήκη μεταξύ Θεοῦ καί Ἰσραήλ, ἄν καί ὁλοκληρώθηκε καί πληρώθηκε μέ τόν ἐρχομό τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δέν ἔπαψε ποτέ νά διατηρεῖ τή σωτηριολογική σημασία της καί τό ρόλο της, καθώς ὁ Θεός δέν ἀνακαλεῖ σέ καμιά περίπτωση τήν πρωτοβουλία πού κάποτε πῆρε ἀπέναντι στόν ἄνθρωπο.

Β. Τήν ἴδια στιγμή, τό γεγονός τῆς Ἐνσάρκωσης τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ στήν Ἱστορία φανερώνει κάτι ἐξίσου πολύ σημαντικό. Ὁ Χριστός προσέλαβε ὁλάκερη τήν ἀνθρώπινη φύση, τόν σύνολο ἄνθρωπο. Σέ καμιά περίπτωση δέν ἐμποδίστηκε ἤ περιορίστηκε ἀπό τούς περιορισμούς φύλου, φυλῆς, χρώματος, θρησκείας, κοινωνικῆς τάξης κ.λπ. ἀλλά μέ τή διδασκαλία καί τό ἔργο Του ἀνέδειξε τή μοναδικότητα τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου μακριά ἀπό στάσεις καί κατανοήσεις, πού ἀμαυρώνουν ἔστω καί στό ἐλάχιστο τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Ἀρκεῖ νά θυμηθοῦμε ἐνδεικτικά τήν παραβολή τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη, ὅπου ἀναδεικνύεται ἡ μοναδικότητα καί τό ἀνεπανάληπτο τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καί ἀξιοπρέπειας, καθώς ἐπίσης καί ἡ ἀπροϋπόθετη ἀλληλεγγύη ἀπέναντι στόν κάθε ἄνθρωπο. Ὁ Χριστός προσέφερε στήν ἀνθρωπότητα τό ἀνεκτίμητο δῶρο τοῦ προσωπικοῦ τρόπου ὕπαρξης, τοῦ τρόπου μέ τόν ὁποῖο ὑπάρχει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἑνός τρόπου ὕπαρξης καί ζωῆς πού θεμελιώνεται στήν ἀπροϋπόθετη ἀγάπη καί τό «ἄνοιγμα» πρός τό κάθε ἄλλο πρόσωπο, γεγονός πού καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο ὡς τό κατεξοχήν σχεσιακό ὄν, πού δέν μπορεῖ νά ζήσει παρά μόνο ἐάν βρίσκεται σέ διαρκῆ εἰλικρινῆ συνάντηση μέ τόν κάθε ἄλλο, χωρίς σέ καμιά περίπτωση οἱ φυλετικές, κοινωνικές ἤ θρησκευτικές διαφορές νά μποροῦν νά ἀποτελοῦν τροχοπέδη γιά τήν εἰρηνική καί ἀδελφική συνύπαρξη μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν χριστιανῶν, ὅταν θεμελιώνεται πάνω στό παράδειγμα τοῦ ἴδιου του Χριστοῦ, δέν μπορεῖ παρά νά ἀντανακλᾶ καί νά ἐκφράζει αὐτόν τόν περιληπτικό τρόπο προσέγγισης τοῦ κάθε ἄλλου, δέν μπορεῖ παρά νά μαρτυρεῖ τήν ἀπερίσταλτη καί μοναδική ἀξία τῆς κάθε ἀνθρώπινης ὕπαρξης, καθώς, ὅπως μᾶς θυμίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδέ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ. Πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστέ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3, 28). Στό πλαίσιο αὐτό ὁ κάθε εἴδους ρατσισμός, πολύ περισσότερο δέ ὁ ἀντισημιτισμός, δέν εἶναι δυνατό σέ καμιά περίπτωση νά υἱοθετεῖται ἀπό τούς χριστιανούς, ἐπιπλέον δέν μπορεῖ νά ἐκφράζει τήν ἴδια τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Ἐκκλησίας. Στό πλαίσιο αὐτό, λησμονοῦμε συχνά ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός γεννήθηκε ὡς κατά σάρκα ἑβραῖος, ἀπευθύνοντας καταρχάς τό σωτηριολογικό κήρυγμά Του στούς συμπατριῶτες Του Ἰουδαίους («ἐξ Ἰουδαίων ἡ σωτηρία»), οἱ ὁποῖοι ποτέ δέν ἔπαψαν, ὅπως ἄλλωστε καί ὁλάκερη ἡ ἀνθρωπότητα («Ἰουδαῖοι καί Ἕλληνες, δοῦλοι καί ἐλεύθεροι...») νά ἀποτελοῦν μέρος τοῦ σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας, ὄργανα, σύμφωνα μέ τόν τρόπο τοῦ Θεοῦ, τῆς σωτηρίας.

Γ. Ὁ κατεξοχήν τόπος, ὅπου τό ἦθος αὐτό γίνεται πράξη, ἤ μᾶλλον ὀφείλει νά ἀποτελεῖ πραγματικότητα, δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τή θεία Εὐχαριστία. Πρόκειται γιά τό Μυστήριο πού συγκροτεῖ τήν Ἐκκλησία, ἐκφράζει κατεξοχήν τήν αὐτοσυνειδησία της καί τήν ταυτότητά της καί τό ὁποῖο προσφέρει ἔστω καί στιγμιαία καί ἀπό μέρους μία πραγματική πρόγευση τοῦ προσωπικοῦ τρόπου ὕπαρξης τοῦ ἴδιου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος πρόκειται νά φανερωθεῖ πλήρως στήν ἐρχόμενη Βασιλεία, στή μελλοντική τελική σωτηριώδη ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ. Ἕνα ἀπό τά βασικά γνωρίσματα τῆς εὐχαριστιακῆς ταυτότητας τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅτι αὐτή ἀποτελεῖ τόν τόπο, ὅπου κάθε εἴδους ἀποκλεισμός πού βασίζεται σέ γνωρίσματα τῆς φύσης, ὅπως ἡ φυλή, τό φῦλο, οἱ κοινωνικές, θρησκευτικές ἤ ἄλλες διαφοροποιήσεις, σχετικοποιεῖται, σέ τέτοιο βαθμό καθώς, ἐκεῖνο πού προέχει, εἶναι ἡ μοναδικότητα καί ὁ ἀνεπανάληπτος χαρακτήρας τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, ὡς κατ' εἰκόνα Θεοῦ δημιουργήματος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἄραγε δυνατό, ὁ χριστιανός, ὡς μέλος τοῦ εὐχαριστιακοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, νά ἐνστερνίζεται συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα καί γιά ὁποιονδήποτε πρόσκαιρο, πολιτικό, ἤ εὐρύτερα ἰδεολογικό λόγο, ὁποιαδήποτε ρατσιστική ἤ ἄλλη ἀπάνθρωπη ἰδεολογία, ὅπως ἐν προκειμένω ὁ ἀντισημιτισμός, ἡ ὁποία ἀκυρώνει καί ἀπορρίπτει ἐκ προοιμίου στήν πράξη τό μοναδικό χαρακτήρα τοῦ κάθε ἄλλου προσώπου; Κάθε φορά πού τελοῦμε τή θεία λειτουργία στούς ναούς μας εὐχόμαστε «ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως», μία εὐχή, αὐτή πού ἀφορᾶ στήν ἑνότητα καί σωτηρία ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας, κι ὄχι μονάχα μίας ὁρισμένης τάξης, φυλῆς, θρησκευτικῆς ἤ ἄλλης ὁμάδας. Συνεπῶς, ἡ ἐκκλησιαστική αὐτοσυνειδησία, ὅταν παραμένει ζωντανή καί ἐκφράζεται στίς ἐπιμέρους ἐκφάνσεις τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, μαρτυρεῖ τό παράδειγμα τοῦ ἴδιου τοῦ Θεανθρώπου, ὁ ὁποῖος βρέθηκε κοντά στούς πάσχοντες, κατατρεγμένους, κοινωνικά καί ἐθνικά ἀπόβλητους, στούς κάθε λογής «καταραμένους» τῆς γῆς, δίνοντας ξεκάθαρο παράδειγμα γιά τόν τρόπο πού ὀφείλουμε ἐμεῖς οἱ μαθητές καί οἱ διάκονοί του νά πολιτευόμαστε, ἐφόσον ἐπιθυμοῦμε καί προσβλέπουμε στήν αἰώνια ζωή. Δέν μπορεῖς νά ἀγαπᾶς τό Θεό πού δέν βλέπεις καί νά μισεῖς τό συνάνθρωπό σου μέ τόν ὁποῖο μοιράζεσαι τήν καθημερινή ζωή καί τά ἀγαθά τῆς γῆς, γιά νά παραφράσουμε μία φράση τοῦ εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη. Εἶναι δυνατό, ἑπομένως, νά ἰσχυριζόμαστε ὡς Ἐκκλησία ἤ ὡς μεμονωμένοι πιστοί ὅτι ἀκολουθοῦμε τό θυσιαστικό παράδειγμα τοῦ Ἱδρυτῆ μας καί κάνουμε πράξη τό σωτηριῶδες μήνυμά Του, κάθε φορά πού ἐνστερνιζόμαστε ἀπάνθρωπες ἰδεολογίες πού βρίσκονται στόν ἀντίποδα ὅλων τῶν παραπάνω; Ὁ ἀντισημιτισμός δέν ἀφορᾶ σέ μία καλύτερη ἤ ὄχι οἰκονομική θεωρία, πού μπορεῖ νά ὁδηγήσει σέ μεμονωμένες κοινωνικές ἀδικίες, ἀλλά συνιστᾶ ἀπειλή πού ἀκυρώνει καί ἀναιρεῖ τόν ἴδιο τόν ὁρισμό τοῦ ἀνθρώπου ὡς τέτοιου, καθώς τόν μετατρέπει σέ ἀντικείμενο, τόν ἀπανθρωποιεῖ, ἀκυρώνοντας τήν προσωπική του ἑτερότητα, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἀδιαπραγμάτευτη ἀλήθεια τῆς χριστιανικῆς πίστης, μέ ρίζες πού ἀνάγονται στήν ἴδια τήν τριαδική ζωή καί τή Βασιλεία.

Ἡ διαχρονική αὐτή πίστη καί συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως περιγράφτηκε συνοπτικά στά προηγούμενα, ἔχει ἐνσαρκωθεῖ καί ἐκφραστεῖ πολύ συχνά στό διάβα τῆς ἱστορικῆς πορείας της, ἀπό τό παράδειγμα μεγάλων ἱεραρχῶν, ὅπως τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Δαμασκηνοῦ, τοῦ Μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσοστόμου ἀλλά καί τοῦ ἀειμνήστου προκατόχου μας Μητροπολίτη Δημητριάδος Ἰωακείμ, πού ὁ καθένας μέ τόν τρόπο του, καί ἀπό γνήσια χριστιανικά αἰσθήματα παρακινούμενος, συνέβαλε στή σωτηρία χιλιάδων Ἑλλήνων Ἑβραίων. Θά ἤθελα, λοιπόν, στό σημεῖο αὐτό νά ἀναφερθῶ στήν προσωπικότητα καί τό ἔργο τοῦ ἀείμνηστου προκατόχου μου, μακαριστοῦ Μητροπολίτη Δημητριάδος Ἰωακείμ (Ἀλεξόπουλου), ὁ ὁποῖος ἐνσάρκωσε μέ τίς πράξεις του τίς θεολογικές παραμέτρους, τίς ὁποῖες περιγράψαμε παραπάνω, συμβάλλοντας μέ τόν τρόπο του στή σωτηρία χιλιάδων συμπατριωτῶν μας Ἑβραίων, στά δύσκολα χρόνια τῆς ναζιστικῆς κατοχῆς.

Δέν θά ἀναφερθοῦμε ἐδῶ στόν πολύπλευρο ρόλο τοῦ Μητροπολίτη Ἰωακείμ κατά τή διάρκεια τοῦ ἀντιστασιακοῦ ἀγώνα ἐνάντια στό Γερμανικό ζυγό. Θά ἐπικεντρωθοῦμε μονάχα στή συμβολή του γιά τή σωτηρία ἑκατοντάδων Ἑβραίων ἀπό τή ναζιστική θηριωδία, πού ζοῦσαν τότε στήν ἐπαρχία του. Σύμφωνα μέ τά ἐπίσημα στοιχεῖα τοῦ Κεντρικοῦ Ἰσραηλιτικοῦ Συμβουλίου Ἑλλάδος, τήν ἐποχή ἐκείνη (1943) ἡ ἑβραϊκή κοινότητα τοῦ Βόλου ἀριθμοῦσε περί τά 872 μέλη, πού μέ ἀρχηγό τόν Ἀρχι-ραββίνο Συμεών Πεσάχ, εἶχαν ἀναπτύξει μία πολύ ἔντονη κοινωνική καί οἰκονομική ζωή καί δραστηριότητα.

Ὅταν τό Σεπτέμβριο τοῦ ἴδιου ἔτους οἱ γερμανικές δυνάμεις θά ζητήσουν ἀπό τίς ἁρμόδιες ἀρχές στό Βόλο στοιχεῖα σχετικά μέ τούς Ἑβραίους πολίτες τῆς περιοχῆς, ὁ ἀρχιραββίνος θά στραφεῖ ἀμέσως πρός τόν Μητροπολίτη Ἰωακείμ, ζητώντας τή συνδρομή του, προκειμένου νά ἀντιμετωπιστεῖ ὁ διαφαινόμενος κίνδυνος. Ὅπως θά ἀφηγηθεῖ ὁ ἴδιος ὁ Μητροπολίτης σέ μεταγενέστερο χρόνο, μία μαρτυρία πού ἐπιβεβαιώνεται ἀπό πολλές πλευρές, ἡ σχέση του μέ τόν Ἀρχιραββίνο ἦταν ἄριστες. Ἀμέσως μόλις ὁ τελευταῖος τοῦ ἐξέθεσε τούς φόβους του, ὁ Μητροπολίτης φρόντισε νά ἐνημερωθεῖ ἀπό τόν φίλα προσκείμενο Γερμανό πρόξενο τῆς περιοχῆς Ἔλμουτ Σέφελ γιά τίς προθέσεις τῶν κατακτητῶν καί ἀμέσως συμβούλευσε τόν Ἀρχιραββίνο, οἱ ἑβραῖοι πολίτες τοῦ Βόλου νά φύγουν τό συντομότερο δυνατό ἀπό τήν πόλη. Γιά τόν σκοπό αὐτό ὁ μακαριστός Μητροπολίτης θά συντάξει ἰδιόχειρη συστατική ἐπιστολή, ἡ ὁποία καί διασώζεται, ἀπευθυνόμενος πρός τούς ἐφημερίους τῶν χωριῶν τῆς ἐπαρχίας του, τούς ἀρχηγούς τῆς ἀντίστασης καί τούς ὑπόλοιπους ἕλληνες πολίτες, ὅπως συμβάλουν μέ κάθε τρόπο -«ἐν παντί», ὅπως σημειώνει χαρακτηριστικά, στήν προσπάθεια τοῦ ἀρχιραββίνου γιά τή σωτηρία τῶν Ἑβραίων. Τήν ἴδια στιγμή ὁ Ἰωακείμ, χωρίς δεύτερη σκέψη καί παρά τούς προφανεῖς κινδύνους πού μία τέτοια κίνηση ἐνεῖχε, θά διαφυλάξει πολλά πολύτιμα ἀντικείμενα τῆς ἑβραϊκῆς κοινότητας, κατόπιν παράκλησης τῶν ἴδιων τῶν ἑβραίων συμπατριωτῶν του, ἐνῶ παράλληλα δέν θά διστάσει νά ἀπευθύνει καί δημόσια πρόσκληση στόν λαό τῆς ἐπαρχίας του γιά τήν ἐπιστροφή τυχόν πολύτιμων ἀντικειμένων στούς προκατόχους τους, πού ἀνῆκαν στίς ἑβραϊκές οἰκογένειες πρίν τή φυγή τους, «διά νά ζήσουν καί ἐκεῖνοι τώρα πού ἀπεκτήσαμεν ὅλοι τήν ἐλευθερία τῆς πατρίδος μας».

Στό πλαίσιο τῆς ἴδιας μαρτυρίας, ὁ Μητροπολίτης Ἰωακείμ θά ἐκφράσει τήν ἱκανοποίησή του γιά τή δύναμη πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός νά συμβάλει μέ τίς ὅποιες δυνάμεις του στή διάσωση τῶν Ἑβραίων συμπατριωτῶν του, δείχνοντας ἔτσι ἐμπράκτως τήν ἀληθινή καί βαθιά ἐκτίμησή του ἀπέναντί τους, χωρίς νά παρασύρεται ἀπό τά στερεότυπα τῶν θρησκευτικῶν προκαταλήψεων, ἀλλά ἐμπνεόμενος ἀπό μία κατεξοχήν ἀνθρωπιστική ἀλληλεγγύη γιά τή σωτηρία κάθε ἀνθρώπινης ὕπαρξης, ἡ ὁποία, ὅπως εἴδαμε, ἀποτελεῖ ἐξάπαντος εἰκόνα Θεοῦ.

Στό ἴδιο πνεῦμα καί μέ ἀφορμή ποικίλες ἐκφράσεις ἀνάρμοστης συμπεριφορᾶς ἀπό ὁρισμένους κατοίκους τῆς πόλης τοῦ Βόλου στά χρόνια μετά τήν κατοχή (1949), οἱ ὁποῖοι προέβησαν σέ ἐπιθέσεις ἐνάντια στήν Ἑβραϊκή Συναγωγή ἤ τραγουδοῦσαν ἀδόκιμα κατά τήν Μ. Παρασκευή ἐνάντια στούς Ἑβραίους, ὁ μακαριστός Ἰωακείμ θά ἐπικαλεστεῖ «τό ἀληθές χριστιανικόν πνεῦμα τῆς ἀνοχῆς καί τῆς ἀγάπης πρός τούς συμπολίτας μας Ἰσραηλίτας», ἐκφράζοντας ἔτσι ἀπό τή μία τό γνήσιο εὐαγγελικό ἦθος καί τήν ἐκκλησιαστική αὐτοσυνειδησία τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, καί ἀπό τήν ἄλλη τή ριζική ἀντίθεσή του καί ρητή καταδίκη κάθε εἴδους ἀπάνθρωπης ρατσιστικῆς συμπεριφορᾶς, ἡ ὁποία ἔρχεται σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τήν ἴδια τήν ἰδιότητα τοῦ χριστιανοῦ.

Ἡ γενικότερη στάση καί συμπεριφορά τοῦ Μητροπολίτη Ἰωακείμ ὑπῆρξε σωτήρια γιά τούς Ἑβραίους πολίτες τοῦ Βόλου, καθώς, σύμφωνα καί πάλι μέ τά ἐπίσημα στοιχεῖα τοῦ Κεντρικοῦ Ἰσραηλιτικοῦ Συμβουλίου, τό ποσοστό τῶν θυμάτων στήν περιοχή τοῦ Βόλου ἀγγίζει μόλις τό 26%, ἀποτελώντας ἔτσι τό χαμηλότερο ποσοστό Ἑβραίων θυμάτων σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα, γεγονός πού πιστοποιεῖ μέ τόν πλέον σαφῆ καί ἀναμφισβήτητο τρόπο τόν σπουδαῖο ρόλο πού διαδραμάτισε στή δύσκολη ἐκείνη συγκυρία, ὁ προκάτοχός μας γιά τή σωτηρία τῶν Ἑβραίων συμπολιτῶν μας. Συμπερασματικά, ὡς πρός τήν συμβολή τοῦ Μητροπολίτη Ἰωακείμ στή διάσωση τῶν Ἰσραηλιτῶν Βόλου, πρέπει νά ἐπισημάνουμε τά παρακάτω:

1. Ὁ Ἀρχιραββίνος Μωϋσῆς Πέσαχ γενικά ἐνήργησε κατά τόν καλύτερο δυνατό τρόπο γιά τή σωτηρία τοῦ ποιμνίου του, εἰδικότερα ὅμως μέ τήν προσφυγή του γιά βοήθεια πρός τόν Ὀρθόδοξο Ἐπίσκοπο, τοῦ ὁποίου τήν ἔγκυρη καί ἀξιόπιστη συμβουλή γιά «ΕΞΟΔΟ» τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπό τήν πόλη τοῦ Βόλου, ἀποδέχτηκε μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη.

2. Ὁ Μητροπολίτης Ἰωακείμ ἀνέλαβε τήν βαρύτατη εὐθύνη νά συστήσει στόν Ἀρχιραββίνο Πέσαχ νά πείσει 900 περίπου Ἕλληνες Ἰσραηλίτες τοῦ Βόλου νά ἐγκαταλείψουν τάχιστα τά σπίτια τους, τά καταστήματά τους, τίς ἐργασίες τους, τίς περιουσίες τους καί νά πάρουν τά βουνά μέ τό χειμώνα πρό τῶν θυρῶν, σέρνοντας μαζί τους ἀνήμπορους γέροντες, μικρά παιδιά, ἀρρώστους καί ἀναπήρους. Ἡ ἀξιοπιστία, ἐγκυρότητα καί ὁ Χριστιανικός ἀνθρωπισμός τοῦ Μητροπολίτη καί τοῦ κρυφοῦ του συμβούλου Γερμανοῦ προξένου Ἔλμουτ Σέφελ, ἔσωσε τήν Ἰσραηλιτική Κοινότητα Βόλου.

3. Ὁ αἰφνιδιασμός τῶν ναζιστῶν ἀπέτυχε, παρά τά ἐντέχνως διαδιδόμενα ἀπό αὐτούς, ὅτι ἁπλῶς ἐπεδίωκαν τή σύνταξη στατιστικοῦ καταλόγου τῶν Ἰσραηλιτῶν.

4. Ἡ Ἰσραηλιτική Κοινότητα Βόλου θά εἶχε μηδενικές ἀπώλειες -χάθηκαν 130 ψυχές- πού ἀφοροῦσαν κυρίως φτωχούς μεροκαματιάρηδες, μικροπωλητές, οἰκογενειάρχες Ἰσραηλίτες πού δέν εἶχαν τήν οἰκονομική δυνατότητα νά ἐπιβιώσουν στά γύρω χωριά, ξεθάρρεψαν καί κατέβηκαν στήν πόλη. Τή νύχτα 24 πρός 25 Μαρτίου 1944 συνελήφθησαν ἀπό τούς Ἔς Ἔς καί ὁδηγήθηκαν στά ναζιστικά κρεματόρια.

Ἡ σπουδαιότητα τῆς συμβολῆς τοῦ Μητροπολίτη Ἰωακείμ ἄλλωστε πιστοποιεῖται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ ἁρμόδια ἰσραηλιτική ἀρχή σχετικά μέ τά θύματα τοῦ ὁλοκαυτώματος, ἡ ἐπονομαζόμενη Yad Vashem, κατέταξε, μεταθανατίως, τόν μακαριστό Μητροπολίτη Ἰωακείμ μεταξύ τῶν «Δικαίων τῶν Ἐθνῶν», ἐξ ἀφορμῆς τῆς ἰδιαίτερης συνεισφορᾶς του στή χωρίς προηγούμενο διάσωση τοῦ ἑβραϊκοῦ πληθυσμοῦ τῆς πόλης τοῦ Βόλου.

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας μας δέν κράτησαν πάντοτε ἀνάλογη στάση ἀπέναντι σέ φαινόμενα ρατσισμοῦ, διωγμοῦ ἀθώων ἀνθρώπων, προστασίας κάθε λογῆς περιθωριακῶν καί κατατρεγμένων ψυχῶν, ἤ ἀπέναντι στά θύματα τῆς ναζιστικῆς θηριωδίας καί τοῦ ἀντισημιτικοῦ μένους. Τέτοιες ἀρνητικές συμπεριφορές καί ἀνάλογα φαινόμενα βρῆκαν δυστυχῶς πρόσφορο ἔδαφος μέ ἀφορμή ἤ μᾶλλον μέ πρόφαση τήν δεινή οἰκονομική κρίση πού βιώνει ὁ λαός μας στίς μέρες μας. Ποικίλοι νοσταλγοί τῶν χιτλερικῶν ἐγκλημάτων, καί θιασῶτες τῶν πλέον ἀπάνθρωπων ἰδεολογιῶν, βρῆκαν τήν εὐκαιρία νά ἐκμεταλλευτοῦν τά προβλήματα ἤ τούς φόβους τῶν συμπολιτῶν μας, ἐπιχειρώντας νά σπείρουν τό μίσος καί τή μισαλλοδοξία ἀπέναντι στή διαφορετικότητα, γιά κάθε διαφορετικό ἄνθρωπο, τελικά γιά τόν κάθε ἄνθρωπο πού ἀντιστέκεται μέ πάθος στόν ἀπανθρωπισμό τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. Πολλές φορές καί ἐμεῖς ὡς ἐκπρόσωποι τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος καί πολλοί πιστοί μας δέν στάθηκαν στό ὕψος τῶν περιστάσεων, υἱοθετώντας συχνά ἐμπρηστικό καί προπάντων ἀντιχριστιανικό λόγο, πού σέ καμιά περίπτωση δέν θά μποροῦσε νά βρεῖ ἀναλογίες στό λαμπρό καί φωτεινό παράδειγμα τοῦ προκατόχου μας μακαριστοῦ Ἰωακείμ.

Ὅπως ἔχει εὔστοχα σημειωθεῖ, «ἡ εὐθύνη τῆς Ἐκκλησίας δέν ἐντοπίζεται μόνον στό γεγονός ὅτι ἀγκαλιάζει καί στέκεται ἔμπρακτα δίπλα στούς ἀναγκεμένους ἀνθρώπους, ἀνεξαρτήτως φυλετικῆς, ἐθνικῆς ἤ θρησκευτικῆς προέλευσης, ἀλλά μέ ὅλες τίς ποιμαντικές, θεολογικές καί πρακτικές δυνατότητές της, ἀφορᾶ καί στή δημόσια μαρτυρία της, νά μή συναινέσει ἤ νά ἀνεχθεῖ, ἔστω καί μέ τή σιωπή της, φασιστικές καί ἐθνικιστικές πρακτικές, ἀλλά καί νά θέσει ἐκτός Ἐκκλησίας τίς φοβικές ρητορεῖες καί τά συνθήματα μίσους πρός τόν ἄλλο, τόν ξένο...» στήν περίπτωσή μας τόν Ἑβραῖο συμπολίτη καί ἀδελφό μας.

Ὁλοκληρώνοντας τή σύντομη αὐτή ὁμιλία μας, θά ἤθελα νά ἀναφερθῶ στά περίφημα λόγια μίας Ἑβραίας πού ἔγινε Χριστιανή καί ἔζησε πραγματικά βίο ἁγίας, τῆς Σιμόν Βέιλ. Ἔλεγε λοιπόν ἡ Βέιλ ὅτι δέν ὑπάρχει χειρότερο πράγμα γιά ἕναν Χριστιανό ἀπό τό «νά μήν τηρεῖ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, νά μήν τιμᾶ τό Ὄνομά του καί νά μήν εἶναι ἕτοιμος νά πεθάνει γιά Αὐτόν». Καί οἱ τρεῖς αὐτές ἀρνητικά διατυπωμένες προτροπές τῆς Σιμόν Βέιλ -ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἁγιασμός τοῦ Ὀνόματός Του καί ἡ ἑτοιμότητα νά πεθάνουμε γιά Αὐτόν- δέν νοοῦνται χωρίς τήν ἐνεργητική μας στράτευση ἐναντίον τοῦ φυλετικοῦ μίσους καί ἐναντίον τοῦ ἀντισημιτισμοῦ.

Καθίσταται, ἑπομένως, ἐπείγουσα ἀνάγκη, κάθε φορά πού θά ἀκούγονται ποικίλες φωνασκίες ἀκόμη κι ἀπό ἐκκλησιαστικούς παράγοντες ὑπέρ τοῦ ἀντί-σημιτισμοῦ μέ πρόσχημα τήν ἀγάπη γιά τόν ἑλληνικό λαό καί τήν πατρίδα, ὅλοι μας νά ἀντιπαραθέτουμε μέ σθένος ὄχι μόνο τά θεμελιώδη πιστεύω τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλά καί τά πάμπολλα παραδείγματα τῆς σύγχρονης ἐκκλησιαστικῆς αὐτοσυνειδησίας, τά ὁποῖα διατρανώνουν μέ κάθε δυνατή λαγαρότητα ὅτι ὁ ρατσισμός καί ὁ ἀντισημιτισμός, ἀπό ὅπου καί ἀπό ὁποιονδήποτε καί ἄν προέρχονται, δέν μποροῦν σέ καμιά περίπτωση νά ἐκφράζουν τήν πίστη καί τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ διαχρονική συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζεται ἀπό τό παράδειγμα μεγάλων ἱεραρχῶν, ὅπως τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Δαμασκηνοῦ, τοῦ Ζακύνθου Χρυσοστόμου καί τοῦ ἀειμνήστου προκατόχου μας Ἰωακείμ, στόν ὁποῖο καί ἔγινε ἰδιαίτερη μνεία, ἀλλά καί πολλά ἄλλα τοῦ ἀνώνυμου κλήρου καί πιστοῦ λαοῦ, πού ὁ καθένας μέ τόν τρόπο του, καί ἀπό γνήσια χριστιανικά αἰσθήματα παρακινούμενος, συνέβαλε στή σωτηρία χιλιάδων Ἑλλήνων Ἑβραίων. Αὐτή εἶναι ἡ παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στήν Ἑλλάδα, κι αὐτή θά συνεχίσουμε, εἰς πεῖσμα πολλῶν αὐτόκλητων κριτῶν, νά ἀκολουθοῦμε.